παλιές θλιβερές αναμνήσεις…

…από το ξερίζωμα του Ελληνισμού του 1922

θυμάμαι το πρωινό της 28 Αυγούστου 1922(π.ημ.) που μαθεύτηκε στο χωριό μας,το Μιχαλίτσι (σημ.Καρατζάμπεη,ανάμεσα στο δρόμο Προύσα-Πανόρμου) η είδηση της επικείμενης κατάληψης απο ώρα σε ώρα της Προύσας,απο το Κεμαλικό στρατό.Στο Ουλουμπάτ ένα μικρό χριστιανικό χωριουδάκι,5 χιλιόμετρα νότια από το Μιχαλίτσι,μας ήρθε η είδηση ότι απο τις πρώτες πρωινές ώρες της προηγούμενης ημέρας είχε μετασταθμεύσει προσωρινά η Διοίκηση του υποχωρούντος τμήματος του Στρατού μας,του Βόρειου Μετώπου.Οι φαμελιάρηδες με τον πανικό ζωγραφισμένο στα προσωπά τους βρίσκονταν σε μεγάλη αναστάτωση και τρέχανε εδώ κι εκεί όλη τη μέρα και τη νύχτα ακόμη,φροντίζοντας για τις προετοιμασίες της φυγής μας.

Το Μιχαλίτσι μας είχε τότε πληθυσμό 8.000 περίπου ψυχές από τις οποίες οι 5.000 ήσαν καθαρός ελληνικός πληθυσμός με ελάχιστες αρμενικές οικογένειες και οι υπόλοιπες τούρκικες,σε ξεχωριστό όμως συνοικισμό.

Τα χαράματα της 29ης Αυγούστου από τη μεριά της Προύσας ανατολικά ακούγαμε τις κανονιές του πολέμου όταν ξεκινήσαμε και πήραμε το δρόμο για την Πάνορμο,παραλιακή πόλη της Προποντίδας θάλασσας,άλλοι με βοϊδαμαξα και κάρα κι άλλοι με ζώα φορτωμένα,με ό,τι πολύτιμο πάνω κι άλλοι που άντεχαν πεζοί,φορτωμένοι με μπόγους και σακιά.Εκεί στη Πάνορμο μας περίμεναν βάρκες και καράβια που θα μας διευκόλυναν για την επιβίβαση μας στα πλοία.

Σε όλη τη διαδρομή μας για τη Πάνορμο,στα πλάγια του δρόμου της φυγής μας που όλο πύκνωνε και μεγάλωνε από τους ξεκληρισμένους πρόσφυγες των γύρω χωριών,τρέχανε ένοπλοι καβαλαρέοι Τσερκέζοι (φανατικοί αντικεμαλικοί χριστιανοί) που κι αυτοί υποχωρούσανε μαζί με το Στρατό μας, φυλάγοντας μας από τυχόν επιθετικές διαθέσεις των μετόπισθεν,και ενθαρρύνοντας το πεσμένο ηθικό των πατεράδων και μανάδων μας.Και μέχρι να φτάσουμε στη Πάνορμο και να βολευτούμε όπως όπως στα καράβια,όλο κι ακούγαμε τις κανονιές του πολέμου από τη μεριά της Προύσας που γέμιζαν από αγωνία κι απελπισία τις καρδιές όλων μας.

Αυτή την εικόνα της τόσο ξαφνικής φυγής και του συναπάντεχου ξεριζωμού από τη Γη των προγόνων μας τα χαράματα τηςαποφράδας εκείνης ημέρας της 29ης Αυγούστου 1922,προσπάθησα να την σκιαγραφήσω με ενα ποίημα μου που

το συνέταξα,γιατι η εικόνα αυτής της ημέρας μου χαράχθηκε από τότε ανεξίτηλα στη μνήμη μου,σαν μια ανεξήγητη απορία,σαν ένα μεγάλο ερωτιματικό για το τόσο ξαφνικό χωρισμό από το ανέμαλο και τόσο αγαπημένο κα ι αξέχαστο περιβάλλον του χωριού μου που τόσο είχα αγαπήσει και πονέσει εγώ ένα αθώο παιδί,οκτώ μόλις χρονών,που ήμουν τότε.
ποίημα

Φυγή από το ξερίζωμα -29 Αυγούστου 1922

Ήταν κοντά χαράματα σαν φεύγαμε με βιάση

αφήνοντας ξοπίσω μας το βιό μας και τα σπίτια

κι η χλοβόη που έφτανε στα δένδρα και στα δάση

εξύπναγε μεσ΄ τις φωληές τα κουρνιαστά σπουργίτια

που τρομαγμένα σκόρπαγαν στον κάμπο στον αγέρα

τις κανονιές σαν άκουγαν από τη Προύσα πέρα

Γραμμή τα αμάξια κίναγαν στης Πάντιρμας το δρόμο

με τις φαμίλιες πάνωθε τους μπόγους τα σεντούκια

κι οι πατεράδες κρύβοντας μεσ΄ τις ψυχές τον τρόμο

αλαφιασμένα εύχονταν των Τούρκων τα μπουλούκια

να μην τους επροφτάσουνε μεσ΄ της φυγής τη μέρα

τις κανονιές σαν ένοιωθαν από τη Προύσα πέρα

Και βλέπαμε να έρχονται να μας προφταίνουν κι άλλοι

από τα γύρω τα χωριά κι από τούς μαχαλάδες

και γέμιζε και μάκραινε η στράτα η μεγάλη

από το πλήθος το πολύ κι από τους αραμπάδες

κι ώσπου να βγεί ο ήλιος και να μεστώσει η μέρα

οι κανονιές βροντάγανε από τη Προύσα πέρα

Στα πλάγια μας παράστεκαν Τζερκέζοι οπλισμένοι

καβάλα πάνω στ΄ άλογα οι φίλοι του στρατού μας

«Δυο μέρες είναι μακρυά μας λέγαν οι ευλογημένοι

το τούρκικο το ιππικό τ” ασκέρι του εχθρού μας

κι έτσι με μιας εδιώχθανε της μπόρας τη φοβέρα

που φέρνανε οι κανονιές τη Προύσα πέρα

Σαν φθάσαμε στο ποθητό της Πάντιρμας λιμάνι

πίσω το Μιχαλίτσι μας το καρπερό χωριό μας

μεσ” τη φωτιά που αφήσαμε για μας είχε πεθάνει

και στα καράβια κλαίγαμε το έρμο ριζικό μας

σαν σάλπαραν μαζεύοντας με ρότα για τη Θράκη

των πόνων τα συντρίματα της προσφυγιάς τα ράκη

….κι οι κανονιές που ακούγαμε από τη Προύσα πέρα

όλο και πιο εσβήνανε σαν έγερνε η μέρα…..

Αγαμέμνων Σωτηρίου